μετωνυμία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μετωνυμία < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή μετωνυμία < (μετά) μετ- + -ωνυμία < ὄνυμα (όνομα)
παραδείγματα μετωνυμίας
Η πρωτεύουσα μιας χώρας αντί για την κυβέρνησή της:
Ο δημιουργός ή εφευρέτης αντί του έργου του, της εφεύρεσής του
Το περιέχον αντί του περιεχόμενου:
|
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμετωνυμία θηλυκό
- σχήμα λόγου όπου μία λέξη αντικαθίσταται με μία άλλη λέξη ή έκφραση που έχει διαφορετική αλλά σχετιζόμενη σημασία
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Κατηγορία:Μετωνυμίες στο Βικιλεξικό
- Κατηγορία:Μετωνυμίες (νέα ελληνικά) στο Βικιλεξικό
- αντονομασία
- μεταφορά
- συνεκδοχή