↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μεταψυχροπολεμικός η μεταψυχροπολεμική το μεταψυχροπολεμικό
      γενική του μεταψυχροπολεμικού της μεταψυχροπολεμικής του μεταψυχροπολεμικού
    αιτιατική τον μεταψυχροπολεμικό τη μεταψυχροπολεμική το μεταψυχροπολεμικό
     κλητική μεταψυχροπολεμικέ μεταψυχροπολεμική μεταψυχροπολεμικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μεταψυχροπολεμικοί οι μεταψυχροπολεμικές τα μεταψυχροπολεμικά
      γενική των μεταψυχροπολεμικών των μεταψυχροπολεμικών των μεταψυχροπολεμικών
    αιτιατική τους μεταψυχροπολεμικούς τις μεταψυχροπολεμικές τα μεταψυχροπολεμικά
     κλητική μεταψυχροπολεμικοί μεταψυχροπολεμικές μεταψυχροπολεμικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
μεταψυχροπολεμικός < μετά- ψυχρός + πόλεμος

  Επίθετο

επεξεργασία

μεταψυχροπολεμικός, -ή, ό

  1. που αναφέρεται στη χρονολογική περίοδο μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης
  2. που έχει σαν αφετηριακό σημείο αναφοράς τη διάλυση της ΕΣΣΔ

  Μεταφράσεις

επεξεργασία