↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μετατυπωμένος η μετατυπωμένη το μετατυπωμένο
      γενική του μετατυπωμένου της μετατυπωμένης του μετατυπωμένου
    αιτιατική τον μετατυπωμένο τη μετατυπωμένη το μετατυπωμένο
     κλητική μετατυπωμένε μετατυπωμένη μετατυπωμένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μετατυπωμένοι οι μετατυπωμένες τα μετατυπωμένα
      γενική των μετατυπωμένων των μετατυπωμένων των μετατυπωμένων
    αιτιατική τους μετατυπωμένους τις μετατυπωμένες τα μετατυπωμένα
     κλητική μετατυπωμένοι μετατυπωμένες μετατυπωμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

μετατυπωμένος, -η, -ο

Άλλες μορφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία