↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο μεταστρουκτουραλισμός οι μεταστρουκτουραλισμοί
      γενική του μεταστρουκτουραλισμού των μεταστρουκτουραλισμών
    αιτιατική τον μεταστρουκτουραλισμό τους μεταστρουκτουραλισμούς
     κλητική μεταστρουκτουραλισμέ μεταστρουκτουραλισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
μεταστρουκτουραλισμός < μετα- + στρουκτουραλισμός (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική post-structuralism)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

μεταστρουκτουραλισμός αρσενικό

Συνώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία