Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μεταπτωτικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Πολυλεκτικοί όροι
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
μεταπτωτικ
ός
η
μεταπτωτικ
ή
το
μεταπτωτικ
ό
γενική
του
μεταπτωτικ
ού
της
μεταπτωτικ
ής
του
μεταπτωτικ
ού
αιτιατική
τον
μεταπτωτικ
ό
τη
μεταπτωτικ
ή
το
μεταπτωτικ
ό
κλητική
μεταπτωτικ
έ
μεταπτωτικ
ή
μεταπτωτικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
μεταπτωτικ
οί
οι
μεταπτωτικ
ές
τα
μεταπτωτικ
ά
γενική
των
μεταπτωτικ
ών
των
μεταπτωτικ
ών
των
μεταπτωτικ
ών
αιτιατική
τους
μεταπτωτικ
ούς
τις
μεταπτωτικ
ές
τα
μεταπτωτικ
ά
κλητική
μεταπτωτικ
οί
μεταπτωτικ
ές
μεταπτωτικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
μεταπτωτικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
μεταπτωτικός
(
γλωσσολογία
) που σχετίζεται ή αναφέρεται στη
μετάπτωση
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασία
μεταπτωτική βαθμίδα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μεταπτωτικός
αγγλικά
:
ablauting
(en)