μεσοβδόμαδο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μεσοβδόμαδο ουδέτερο
Συγγενικά
επεξεργασία- μεσοβδόμαδα
- μεσοβδομαδιάτικα
- μεσοβδομαδιάτικος
- → δείτε τις λέξεις μέσος, εβδομάδα και επτά