Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μελιτοεξαγωγή
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
μελιτοεξαγωγ
ή
οι
μελιτοεξαγωγ
ές
γενική
της
μελιτοεξαγωγ
ής
των
μελιτοεξαγωγ
ών
αιτιατική
τη
μελιτοεξαγωγ
ή
τις
μελιτοεξαγωγ
ές
κλητική
μελιτοεξαγωγ
ή
μελιτοεξαγωγ
ές
Κατηγορία
όπως «
ψυχή
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
μελιτοεξαγωγή
<
μέλι
+
-ο-
+
εξαγωγή
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μελιτοεξαγωγή
θηλυκό
η
εξαγωγή
μελιού
από
κηρήθρα
(
κατ’ επέκταση
) το
μάζεμα
/ η
συγκομιδή
μελιού
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μελιτοεξαγωγή