πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το λουφάρι τα λουφάρια
      γενική του λουφαριού των λουφαριών
    αιτιατική το λουφάρι τα λουφάρια
     κλητική λουφάρι λουφάρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
λουφάρι < γουφάρι με [ɣ] > [λ]  δείτε και τη λέξη γοφάρι  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  
ΑΠΟΓΟΝΟΙ: τουρκικά: lüfer

Ουσιαστικό

επεξεργασία

λουφάρι ουδέτερο

Συνώνυμα

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία