λιμώδης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | λιμώδης | η | λιμώδης | το | λιμώδες |
γενική | του | λιμώδους | της | λιμώδους | του | λιμώδους |
αιτιατική | τον | λιμώδη | τη | λιμώδη | το | λιμώδες |
κλητική | λιμώδη(ς) | λιμώδης | λιμώδες | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | λιμώδεις | οι | λιμώδεις | τα | λιμώδη |
γενική | των | λιμωδών | των | λιμωδών | των | λιμωδών |
αιτιατική | τους | λιμώδεις | τις | λιμώδεις | τα | λιμώδη |
κλητική | λιμώδεις | λιμώδεις | λιμώδη | |||
Κατηγορία όπως «μανιώδης» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- λιμώδης < ελληνιστική κοινή λιμώδης < αρχαία ελληνική λιμός
Επίθετο
επεξεργασίαλιμώδης
Πηγές
επεξεργασία- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
- λιμώδης - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
Μεταφράσεις
επεξεργασία λιμώδης
|