Ετυμολογία

επεξεργασία
λιθο- < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική λιθο- < λίθο(ς)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /li.θo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: λι‐θο-

  Πρόθημα

επεξεργασία

λιθο-, λιθό- & λιθ- πριν από φωνήεν

  Μεταφράσεις

επεξεργασία



  Ετυμολογία

επεξεργασία
λιθο- < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική λιθο- < λίθο(ς)

  Πρόθημα

επεξεργασία

λιθο-, λιθό- & λιθ- πριν από φωνήεν



  Ετυμολογία

επεξεργασία
λιθο- < λίθο(ς)

  Πρόθημα

επεξεργασία

λιθο-, λιθό- & λιθ- πριν από φωνήεν

  Αναφορές

επεξεργασία