Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
λεπτόφωνος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
λεπτόφων
ος
η
λεπτόφων
η
το
λεπτόφων
ο
γενική
του
λεπτόφων
ου
της
λεπτόφων
ης
του
λεπτόφων
ου
αιτιατική
τον
λεπτόφων
ο
τη
λεπτόφων
η
το
λεπτόφων
ο
κλητική
λεπτόφων
ε
λεπτόφων
η
λεπτόφων
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
λεπτόφων
οι
οι
λεπτόφων
ες
τα
λεπτόφων
α
γενική
των
λεπτόφων
ων
των
λεπτόφων
ων
των
λεπτόφων
ων
αιτιατική
τους
λεπτόφων
ους
τις
λεπτόφων
ες
τα
λεπτόφων
α
κλητική
λεπτόφων
οι
λεπτόφων
ες
λεπτόφων
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
λεπτόφωνος
<
αρχαία ελληνική
λεπτόφωνος
<
λεπτός
+
φωνή
Επίθετο
επεξεργασία
λεπτόφωνος, -η, -ο
που έχει
λεπτή
,
ψιλή
ή
αδύνατη
φωνή
Μεταφράσεις
επεξεργασία
λεπτόφωνος