λεμφαγγείο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /leɱ.faŋˈɟi.o/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : λεμ‐φαγ‐γεί‐ο
Ουσιαστικό επεξεργασία
λεμφαγγείο ουδέτερο
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
λεμφαγγείο