Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
λατινιστής
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
λατινιστ
ής
οι
λατινιστ
ές
γενική
του
λατινιστ
ή
των
λατινιστ
ών
αιτιατική
τον
λατινιστ
ή
τους
λατινιστ
ές
κλητική
λατινιστ
ή
λατινιστ
ές
Κατηγορία
όπως «
ποιητής
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
λατινιστής
<
γαλλική
latiniste
Ουσιαστικό
επεξεργασία
λατινιστής
αρσενικό
(
θηλυκό
λατινίστρια
)
(
φιλολογία
) ο
ειδικός
στη
λατινική
γλώσσα
και
φιλολογία
Συνώνυμα
επεξεργασία
ρωμαϊστής
Μεταφράσεις
επεξεργασία
λατινιστής
αγγλικά
:
Latinist
(en)
βουλγαρικά
:
латинист
(bg)
(
latinist
)
αρσενικό
,
латинистка
(bg)
(
latinistka
)
θηλυκό
γαλλικά
:
latiniste
(fr)
ιταλικά
:
latinista
(it)