κυβερνοασφάλεια
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | κυβερνοασφάλεια | οι | κυβερνοασφάλειες |
γενική | της | κυβερνοασφάλειας | των | κυβερνοασφαλειών |
αιτιατική | την | κυβερνοασφάλεια | τις | κυβερνοασφάλειες |
κλητική | κυβερνοασφάλεια | κυβερνοασφάλειες | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία el
επεξεργασία- κυβερνοασφάλεια < κυβερνο- + ασφάλεια ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική cybersecurity)
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ci.veɾ.no.a.ˈsfa.li.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κυ‐βερ‐νο‐α‐σφά‐λει‐α
Ουσιαστικό
επεξεργασίακυβερνοασφάλεια θηλυκό
- (νεολογισμός, πληροφορική) προστασία δεδομένων υπολογιστών, πρόγραμμα ή εταιρεία προστασίας λογισμικού
- ※ Με ζητούμενο πάντοτε την ανάγκη επιβίωσης των κοινωνιών μας, οι στόχοι της αειφόρου ανάπτυξης που κάθε τόπος και χώρα δικαιούται να έχει, περιλαμβάνουν προτεραιότητες, όπως αυτές της εκπαίδευσης και της κυβερνοασφάλειας. (Γεώργιος Παπαπροδρόμου, Κυβερνοασφάλεια και εκπαίδευση σε μια σύγχρονη κοινωνία - Στόχοι και προτεραιότητες, Το Έθνος, 29 Ιανουαρίου 2021)
Αντώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία κυβερνοασφάλεια
|
Πηγές
επεξεργασία- Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr