↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κρεατινίνη οι κρεατινίνες
      γενική της κρεατινίνης των κρεατινινών
    αιτιατική την κρεατινίνη τις κρεατινίνες
     κλητική κρεατινίνη κρεατινίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
κρεατινίνη < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική créatinine

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κρεατινίνη θηλυκό

  • (βιοχημεία) μεταβολικό προϊόν της διάσπασης της φωσφορικής κρεατίνης των μυών και απεκκρίνεται από τους νεφρούς
    ※  Η κρεατινίνη είναι ένα αζωτούχο προϊόν του μεταβολισμού που παράγεται σε καθημερινή βάση και αποβάλλεται από τον ανθρώπινο οργανισμό. Η φυσιολογική απομάκρυνση της κρεατινίνης από το σώμα προϋποθέτει την καλή λειτουργία των νεφρών, τα οποία λειτουργούν ως το απεκκριτικό φίλτρο των άχρηστων προϊόντων του μεταβολισμού.
    Κρεατινίνη, @imop.gr, ημερομηνία ανάκτησης: 17-09-2024.

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • κρεατινίνηΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  • Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)