↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κομματικοποίηση οι κομματικοποιήσεις
      γενική της κομματικοποίησης των κομματικοποιήσεων
    αιτιατική την κομματικοποίηση τις κομματικοποιήσεις
     κλητική κομματικοποίηση κομματικοποιήσεις
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις.
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
κομματικοποίηση < κομματικ(ός) + -ο- + -ποίηση

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κομματικοποίηση θηλυκό

Αντώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

→ και δείτε τις λέξεις κόμμα, κόβω και ποιώ

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία