κοινωνιοβιολογικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- κοινωνιοβιολογικός < κοινωνιοβιολογ(ία) + -ικός
Επίθετο
επεξεργασίακοινωνιοβιολογικός, -ή, -ό
- σχετικός με την κοινωνιοβιολογία
Μεταφράσεις
επεξεργασία κοινωνιοβιολογικός
κοινωνιοβιολογικός, -ή, -ό