Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
καταστροφολόγος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
/
η
καταστροφολόγ
ος
οι
καταστροφολόγ
οι
γενική
του
/
της
καταστροφολόγ
ου
των
καταστροφολόγ
ων
αιτιατική
τον
/
την
καταστροφολόγ
ο
τους
/
τις
καταστροφολόγ
ους
κλητική
καταστροφολόγ
ε
καταστροφολόγ
οι
Κατηγορία
όπως «
ζωγράφος
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
καταστροφολόγος
<
καταστροφή
+
-ο-
+
-λόγος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
καταστροφολόγος
αρσενικό ή θηλυκό
που
προβλέπει
καταστροφές
Μεταφράσεις
επεξεργασία
καταστροφολόγος
γαλλικά
:
prophète
(fr)
de
malheur
(fr)