καμπάγι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | καμπάγι | τα | καμπάγια |
γενική | του | καμπαγιού | των | καμπαγιών |
αιτιατική | το | καμπάγι | τα | καμπάγια |
κλητική | καμπάγι | καμπάγια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
καμπάγι ουδέτερο
- είδος (στρατιωτικού) ρωμαϊκού ή βυζαντινού υποδήματος
- είδος υποδήματος
- Τα πορφυρά καμπάγια (Τίτλος τραγουδιού του Πέτρου Ταμπούρη σε στίχους Θοδωρή Γκόνη)
Σημειώσεις επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
καμπάγι
|