Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
καλοθανατισμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
καλοθανατισμέν
ος
η
καλοθανατισμέν
η
το
καλοθανατισμέν
ο
γενική
του
καλοθανατισμέν
ου
της
καλοθανατισμέν
ης
του
καλοθανατισμέν
ου
αιτιατική
τον
καλοθανατισμέν
ο
την
καλοθανατισμέν
η
το
καλοθανατισμέν
ο
κλητική
καλοθανατισμέν
ε
καλοθανατισμέν
η
καλοθανατισμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
καλοθανατισμέν
οι
οι
καλοθανατισμέν
ες
τα
καλοθανατισμέν
α
γενική
των
καλοθανατισμέν
ων
των
καλοθανατισμέν
ων
των
καλοθανατισμέν
ων
αιτιατική
τους
καλοθανατισμέν
ους
τις
καλοθανατισμέν
ες
τα
καλοθανατισμέν
α
κλητική
καλοθανατισμέν
οι
καλοθανατισμέν
ες
καλοθανατισμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
καλοθανατισμένος, -η, -ο
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
καλοθανατίζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
καλοθανατισμένος