• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

καλλιέπεια

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η καλλιέπεια οι καλλιέπειες
      γενική της καλλιέπειας των καλλιεπειών
    αιτιατική την καλλιέπεια τις καλλιέπειες
     κλητική καλλιέπεια καλλιέπειες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
καλλιέπεια < ελληνιστική κοινή καλλιέπεια < αρχαία ελληνική καλλιεπής < κάλλος + ἔπος

Ουσιαστικό

επεξεργασία

καλλιέπεια θηλυκό

  • (λόγιο) επιμελημένος, γλαφυρός και φροντισμένος λόγος

Συγγενικά

επεξεργασία
  • καλλιεπής
  • → δείτε τις λέξεις κάλλος και έπος

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    καλλιέπεια
  • αλβανικά : rrjedhshmërf (sq)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=καλλιέπεια&oldid=5479921"
Τελευταία επεξεργασία στις 30 Ιανουαρίου 2022, στις 20:03

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 30 Ιανουαρίου 2022, στις 20:03.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας