• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

καλαμαράκι

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Μεταφράσεις
    • 1.4 Αναφορές

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το καλαμαράκι τα καλαμαράκια
      γενική — —
    αιτιατική το καλαμαράκι τα καλαμαράκια
     κλητική καλαμαράκι καλαμαράκια
όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

καλαμαράκι < καλαμάρ(ι) + υποκοριστικό επίθημα -άκι

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /ka.la.maˈɾa.ci/

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

καλαμαράκι ουδέτερο

  • (ιχθυολογία) (γαστρονομία) το μικρό καλαμάρι

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    καλαμαράκι
  • αγγλικά : squid (en)

  ΑναφορέςΕπεξεργασία

Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=καλαμαράκι&oldid=4185104"
Τελευταία επεξεργασία στις 19 Νοεμβρίου 2019, στις 05:53

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 19 Νοεμβρίου 2019, στις 05:53.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie