θυροτηλέφωνο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
θυροτηλέφωνο ουδέτερο
- τηλέφωνο με το οποίο επικοινωνούν οι ένοικοι μιας οικίας με κάποιον που βρίσκεται στην εξώπορτα, έξω από τη θύρα της οικίας
θυροτηλέφωνο ουδέτερο