θυμοκρατία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαθυμοκρατία αρσενικό
- (φιλοσοφία) Φιλοσοφική θεωρία που πιστεύει ότι το συναίσθημα κυριαρχεί στην ψυχική ζωή ενός ανθρώπου
Μεταφράσεις
επεξεργασία θυμοκρατία
|
θυμοκρατία αρσενικό
|