Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

κυριαρχώ < κυρίαρχος

  Ρήμα επεξεργασία

κυριαρχώ (παθητική φωνή κυριαρχούμαι)

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία