ηχοποίητος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ηχοποίητος, -η, -ο
- που έχει δημιουργηθεί με βάση έναν ήχο (π.χ. η λέξη νιαούρισμα προέρχεται από την απόδοση του ήχου της γάτας ως νιάου)
Συνώνυμα επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη ηχομιμητικός
Μεταφράσεις επεξεργασία
ηχοποίητος
|