ηχοεντοπισμός
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- ηχοεντοπισμός < ηχο- + εντοπισμός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /i.xo.en.do.piˈzmos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : η‐χο‐ε‐ντο‐πι‐σμός
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ηχοεντοπισμός αρσενικό
- (ακουστική) ο εντοπισμός της πηγής, της κατεύθυνσης ενός ήχου
Επεξεργασία
- ηχοεντοπιστικός
- → δείτε τις λέξεις ήχος, εντοπισμός και τόπος
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
ηχοεντοπισμός