ηρακλειώτικος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ηρακλειώτικος < Ηρακλειώτ(ης) + -ικος
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /i.ɾaˈkʎo.ti.kos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : η‐ρα‐κλειώ‐τι‐κος
Επίθετο
επεξεργασίαηρακλειώτικος, -η, -ο
Μεταφράσεις
επεξεργασία ηρακλειώτικος
|