ηλεκτροβόρος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαηλεκτροβόρος -α -ο
- που καταναλώνει μεγάλες ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειες
- ηλεκτροβόρες συσκευές
Συνώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ηλεκτροβόρος
|
ηλεκτροβόρος -α -ο
|