Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ζωοφαγία οι ζωοφαγίες
      γενική της ζωοφαγίας των ζωοφαγιών
    αιτιατική τη ζωοφαγία τις ζωοφαγίες
     κλητική ζωοφαγία ζωοφαγίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ζωοφαγία < ελληνιστική κοινή ζῳοφαγία < ζωο- + -φαγία < αρχαία ελληνική ζῳοφάγος

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ζωοφαγία θηλυκό

Συνώνυμα επεξεργασία

Αντώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία