Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ευθύγραμμος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ευθύγραμμ
ος
η
ευθύγραμμ
η
το
ευθύγραμμ
ο
γενική
του
ευθύγραμμ
ου
της
ευθύγραμμ
ης
του
ευθύγραμμ
ου
αιτιατική
τον
ευθύγραμμ
ο
την
ευθύγραμμ
η
το
ευθύγραμμ
ο
κλητική
ευθύγραμμ
ε
ευθύγραμμ
η
ευθύγραμμ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ευθύγραμμ
οι
οι
ευθύγραμμ
ες
τα
ευθύγραμμ
α
γενική
των
ευθύγραμμ
ων
των
ευθύγραμμ
ων
των
ευθύγραμμ
ων
αιτιατική
τους
ευθύγραμμ
ους
τις
ευθύγραμμ
ες
τα
ευθύγραμμ
α
κλητική
ευθύγραμμ
οι
ευθύγραμμ
ες
ευθύγραμμ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Το ευθύγραμμο τμήμα ΑΒ.
Ετυμολογία
επεξεργασία
ευθύγραμμος
<
ευθύ(ς)
+
-γραμμος
Επίθετο
επεξεργασία
ευθύγραμμος, -η, -ο
που βρίσκεται σε
ευθεία
γραμμή
(
γεωμετρία
) που αποτελείται από ευθείες γραμμές
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ευθύγραμμος
αγγλικά
:
rectilinear
(en)