Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εταιρισμός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
ἑταιρισμός
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
εταιρισμ
ός
οι
εταιρισμ
οί
γενική
του
εταιρισμ
ού
των
εταιρισμ
ών
αιτιατική
τον
εταιρισμ
ό
τους
εταιρισμ
ούς
κλητική
εταιρισμ
έ
εταιρισμ
οί
Κατηγορία
όπως «
ναός
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
εταιρισμός
<
ελληνιστική κοινή
ἑταιρισμός
Ουσιαστικό
επεξεργασία
εταιρισμός
αρσενικό
(
λόγιο
)
πορνεία
(
σπάνιο
) οι
σχέσεις
και η
συνεργασία
των
εταίρων
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εταιρισμός
γαλλικά
:
sociétariat
(fr)