• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

επιπεδογράφος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η επιπεδογράφος οι επιπεδογράφοι
      γενική του/της επιπεδογράφου των επιπεδογράφων
    αιτιατική τον/την επιπεδογράφο τους/τις επιπεδογράφους
     κλητική επιπεδογράφε επιπεδογράφοι
Κατηγορία όπως «ζωγράφος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

επιπεδογράφος < επίπεδ(ο) + -ο- + -γράφος, (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική planigraphe

  Ουσιαστικό επεξεργασία

επιπεδογράφος αρσενικό ή θηλυκό

  • που ασχολείται με την επιπεδογραφία

Συγγενικές λέξεις επεξεργασία

  • επιπεδογραφία
  • επιπεδογραφικός
  • → δείτε τις λέξεις επίπεδος και γράφω

  Μεταφράσεις επεξεργασία

    επιπεδογράφος
  • γαλλικά : planigraphe (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=επιπεδογράφος&oldid=5473131"
Τελευταία επεξεργασία στις 30 Ιανουαρίου 2022, στις 02:33

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 30 Ιανουαρίου 2022, στις 02:33.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας