Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
επαναγωγή
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
ἐπαναγωγή
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
επαναγωγ
ή
οι
επαναγωγ
ές
γενική
της
επαναγωγ
ής
των
επαναγωγ
ών
αιτιατική
την
επαναγωγ
ή
τις
επαναγωγ
ές
κλητική
επαναγωγ
ή
επαναγωγ
ές
Κατηγορία
όπως «
ψυχή
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
επαναγωγή
< (
διαχρονικό δάνειο
)
αρχαία ελληνική
ἐπαναγωγή
. Μορφολογικά,
επαν-
+
αγωγή
Ουσιαστικό
επεξεργασία
επαναγωγή
θηλυκό
(
αρχαιοπρεπές
)
επιστροφή
(
αρχαιοπρεπές
)
επαναφορά
(
νομικός όρος
)
έφεση
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
επανάγω
,
ανάγω
και
άγω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
επαναγωγή
→
δείτε
τις λέξεις
επιστροφή
,
επαναφορά
και
έφεση