εξακοσιοστός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εξακοσιοστός < ελληνιστική κοινή ἑξακοσιοστός
Επίθετο
επεξεργασίαεξακοσιοστός
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία εξακοσιοστός
|
Δείτε επίσης : ἑξακοσιοστός |
εξακοσιοστός
|