Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εξάχορδος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
εξάχορδ
ος
η
εξάχορδ
η
το
εξάχορδ
ο
γενική
του
εξάχορδ
ου
της
εξάχορδ
ης
του
εξάχορδ
ου
αιτιατική
τον
εξάχορδ
ο
την
εξάχορδ
η
το
εξάχορδ
ο
κλητική
εξάχορδ
ε
εξάχορδ
η
εξάχορδ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
εξάχορδ
οι
οι
εξάχορδ
ες
τα
εξάχορδ
α
γενική
των
εξάχορδ
ων
των
εξάχορδ
ων
των
εξάχορδ
ων
αιτιατική
τους
εξάχορδ
ους
τις
εξάχορδ
ες
τα
εξάχορδ
α
κλητική
εξάχορδ
οι
εξάχορδ
ες
εξάχορδ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
εξάχορδος
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
εξάχορδος, -η, -ο
που έχει έξι
χορδές
εξάχορδος
μπαγλαμάς
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εξάχορδος
πολωνικά
:
sześciostrunowy
(pl)