Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ενδοχώρα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ενδοχώρ
α
οι
ενδοχώρ
ες
γενική
της
ενδοχώρ
ας
των
ενδοχωρ
ών
αιτιατική
την
ενδοχώρ
α
τις
ενδοχώρ
ες
κλητική
ενδοχώρ
α
ενδοχώρ
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ενδοχώρα
< (
μεταφραστικό δάνειο
)
γερμανική
Hinterland
<
hinter
(
πίσω
) +
Land
(
χώρα
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενδοχώρα
θηλυκό
(
γεωγραφία
)
περιοχή
που βρίσκεται πίσω από την
ακτή
Συγγενικά
επεξεργασία
ενδοχώριος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ενδοχώρα
αγγλικά
:
hinterland
(en)
γαλλικά
:
intérieur
(fr)
des
terres
(fr)
,