ελληνόμορφος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
ελληνόμορφος
- που μοιάζει με ελληνικό, που έχει ελληνική μορφή
- Ο Ray θεώρησε ότι τα γράμματα στο ελληνόμορφο Καρικό αλφάβητο προφέρονταν τελείως διαφορετικά από αυτά στο Ελληνικό. (*)
Συγγενικά
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ελληνόμορφος
|