εβραιολογία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εβραιολογία < εβραιολόγ(ος) + -ία[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /e.vɾe.o.loˈʝi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ε‐βραι‐ο‐λο‐γί‐α
Ουσιαστικό
επεξεργασίαεβραιολογία θηλυκό
- η μελέτη των πολιτιστικών, ιστορικών και γλωσσικών στοιχείων των Εβραίων
Μεταφράσεις
επεξεργασία εβραιολογία
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ εβραιολογία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας