Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
διατρυπημένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
διατρυπημέν
ος
η
διατρυπημέν
η
το
διατρυπημέν
ο
γενική
του
διατρυπημέν
ου
της
διατρυπημέν
ης
του
διατρυπημέν
ου
αιτιατική
τον
διατρυπημέν
ο
τη
διατρυπημέν
η
το
διατρυπημέν
ο
κλητική
διατρυπημέν
ε
διατρυπημέν
η
διατρυπημέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
διατρυπημέν
οι
οι
διατρυπημέν
ες
τα
διατρυπημέν
α
γενική
των
διατρυπημέν
ων
των
διατρυπημέν
ων
των
διατρυπημέν
ων
αιτιατική
τους
διατρυπημέν
ους
τις
διατρυπημέν
ες
τα
διατρυπημέν
α
κλητική
διατρυπημέν
οι
διατρυπημέν
ες
διατρυπημέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
διατρυπημένος
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
διατρυπώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
διατρυπημένος