• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

διαθέτης

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο διαθέτης οι διαθέτες
      γενική του διαθέτη των διαθετών
    αιτιατική τον διαθέτη τους διαθέτες
     κλητική διαθέτη διαθέτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
διαθέτης < αρχαία ελληνική διαθέτης < διατίθημι < διά + τίθημι

Ουσιαστικό

επεξεργασία

διαθέτης αρσενικό

  • (νομικός όρος) αυτός που με διαθήκη (ή άλλο νομικά δεσμευτικό έγγραφο) διαθέτει/παραχωρεί κάτι σε κάποιον

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • κληροδότης

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    διαθέτης
  • αγγλικά : testator (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=διαθέτης&oldid=7111321"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Μαΐου 2025, στις 16:40

Γλώσσες

    • Čeština
    • English
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Μαΐου 2025, στις 16:40.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας