Δείτε επίσης: Δεσιά

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η δεσιά οι δεσιές
      γενική της δεσιάς των δεσιών
    αιτιατική τη δεσιά τις δεσιές
     κλητική δεσιά δεσιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

δεσιά < δένω (δεσ-) + -ιά[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ðeˈsça/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δε‐σιά

  Ουσιαστικό επεξεργασία

δεσιά θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία