Δείτε επίσης: δεσιά

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Δεσιά οι Δεσιές
      γενική της Δεσιάς των Δεσιών
    αιτιατική τη Δεσιά τις Δεσιές
     κλητική Δεσιά Δεσιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Δεσιά < δεσιά

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ðeˈsça/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Δε‐σιά

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Δεσιά θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. ΦΕΚ Α 188, 19 Αυγούστου 1954