δεντροφυτεμένος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- δεντροφυτεμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου δεντροφυτεύω
Μετοχή επεξεργασία
δεντροφυτεμένος
- → δείτε τη λέξη δενδροφυτεμένος
Μεταφράσεις επεξεργασία
δεντροφυτεμένος
→ δείτε τη λέξη δενδροφυτεμένος |