• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

δενδρολίβανο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το δενδρολίβανο τα δενδρολίβανα
      γενική του δενδρολίβανου των δενδρολίβανων
    αιτιατική το δενδρολίβανο τα δενδρολίβανα
     κλητική δενδρολίβανο δενδρολίβανα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
δενδρολίβανο < ελληνιστική κοινή δενδρολίβανον < αρχαία ελληνική δένδρον + λίβανος (< σημιτικής προέλευσης < δυτική πρωτοσημιτική *laban-: λευκός)

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ðen.ðro.ˈli.va.no/
τυπογραφικός συλλαβισμός : δεν‐δρο‐λί‐βα‐νο

Ουσιαστικό

επεξεργασία

δενδρολίβανο ουδέτερο

  • (λόγιο, φυτό, βότανο) άλλη μορφή του δεντρολίβανο

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    δενδρολίβανο
  • → δείτε τη λέξη δεντρολίβανο
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=δενδρολίβανο&oldid=5641111"
Τελευταία επεξεργασία στις 18 Δεκεμβρίου 2022, στις 02:34

Γλώσσες

    • English
    • Suomi
    • Magyar
    • Ido
    • Malagasy
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 18 Δεκεμβρίου 2022, στις 02:34.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας