Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δεκάτομος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
δεκάτομ
ος
η
δεκάτομ
η
το
δεκάτομ
ο
γενική
του
δεκάτομ
ου
της
δεκάτομ
ης
του
δεκάτομ
ου
αιτιατική
τον
δεκάτομ
ο
τη
δεκάτομ
η
το
δεκάτομ
ο
κλητική
δεκάτομ
ε
δεκάτομ
η
δεκάτομ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
δεκάτομ
οι
οι
δεκάτομ
ες
τα
δεκάτομ
α
γενική
των
δεκάτομ
ων
των
δεκάτομ
ων
των
δεκάτομ
ων
αιτιατική
τους
δεκάτομ
ους
τις
δεκάτομ
ες
τα
δεκάτομ
α
κλητική
δεκάτομ
οι
δεκάτομ
ες
δεκάτομ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
δεκάτομος
<
δεκά-
+
-τομος
Επίθετο
επεξεργασία
δεκάτομος, -η, -ο
που αποτελείται από
δέκα
τόμους
⮡
δεκάτομη
εγκυκλοπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δεκάτομος