δεκάτη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | δεκάτη | ||
γενική | της | δεκάτης | ||
αιτιατική | τη | δεκάτη | ||
κλητική | δεκάτη | |||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- δεκάτη < αρχαία ελληνική δεκάτη < δέκα
Ουσιαστικό
επεξεργασίαδεκάτη θηλυκό, μόνο στον ενικό
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαδεκάτη < ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου δέκατος
Ουσιαστικό
επεξεργασίαδεκάτη