↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η δεκάτη
      γενική της δεκάτης
    αιτιατική τη δεκάτη
     κλητική δεκάτη
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
δεκάτη < αρχαία ελληνική δεκάτη < δέκα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

δεκάτη θηλυκό, μόνο στον ενικό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία



  Ετυμολογία

επεξεργασία

δεκάτη < ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου δέκατος

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

δεκάτη

  1. φόρος ή προσφορά σε ιερό που αποτελείται από το ένα δέκατο της παραγωγής