• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

γουρλής

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Αντώνυμα
      • 1.2.2 Συγγενικά
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο γουρλής οι γουρλήδες
      γενική του γουρλή των γουρλήδων
    αιτιατική τον γουρλή τους γουρλήδες
     κλητική γουρλή γουρλήδες
Κατηγορία όπως «μπαλωματής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
γουρλής < (άμεσο δάνειο) τουρκική uğurlu (τυχερός) < uğur < παλαιά τουρκική oğur / uğur < πρωτοτουρκική

Ουσιαστικό

επεξεργασία

γουρλής αρσενικό (θηλυκό: γουρλού)

  • εκείνος που φέρνει καλοτυχία

Αντώνυμα

επεξεργασία
  • γρουσούζης
  • γκαντέμης
  • κατσικοπόδαρος
  • γρουσουζλαμάς
  • τζαναμπέτης

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τη λέξη γούρι

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    γουρλής
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=γουρλής&oldid=7113981"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Μαΐου 2025, στις 19:53

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Μαΐου 2025, στις 19:53.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας