γεωβιολογία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- γεωβιολογία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική geobiology < αρχαία ελληνική γεω- + βίος + λέγω
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγεωβιολογία θηλυκό
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- geobiology στην αγγλική Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία γεωβιολογία