γατόψαρο
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- γατόψαρο < → λείπει η ετυμολογία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
γατόψαρο ουδέτερο
- (ιχθυολογία) ψάρι γλυκού νερού της βόρειας Αμερικής (ΗΠΑ και Καναδά)
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
γατόψαρο
γατόψαρο ουδέτερο